Να΄ ταν το ... ’91!

Τα χρόνια περνάνε σαν «νεράκι» και χθες που είδα την ημερομηνία 26η Μαρτίου για να πω την «μαύρη αλήθεια» δεν θυμήθηκα αμέσως την επέτειο του Κυπέλλου Κυπελλούχων που κατέκτησε ο ΠΑΟΚ, το ’91, στην Γενεύη. Χωρίς να είναι δικαιολογία για το μνημονικό μου, το ελληνικό μπάσκετ, ούτως ή άλλως, έχει πολλές επετείους μεγάλων επιτυχιών σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο και δύσκολα συγκρατούνται όλες.

Η κατάκτηση του πορσελάνινου τροπαίου του Κυπέλλου Κυπελλούχων από τον «Δικέφαλο» του Βορρά, ήταν πολύ ξεχωριστή και έτσι καταγράφηκε στην ιστορία του αθλήματος. Γιατί, πολύ απλά, ήταν η πρώτη φορά που ελληνικός σύλλογος κατακτούσε ευρωπαϊκό τίτλο σε πόλη του εξωτερικού. Είκοσι τρία χρόνια μετά το Κυπελλούχων της ΑΕΚ, στο Καλλιμάρμαρο στάδιο.

Κι επειδή δεν ήμασταν και τόσο παλιοί, το 91’, εκεί στην πανέμορφη πόλη της Γενεύης, περπατούσαμε και συζητάγαμε με τους παλιότερους, Ευσταθίου και Συρίγο για το αν ο ΠΑΟΚ θα μπορούσε να νικήσει στον τελικό την Σαραγόσα. Το μέγα ερώτημα, την παραμονή του τελικού, όπως το συζητούσαμε τότε, ήταν αν ο Σάκοτα θα είναι εξυπνότερος από τον «σερίφη» Κομάς, επειδή ο ΠΑΟΚ και η Σαραγόσα ήταν δυο ισοδύναμες ομάδες. Και τα κατάφερε η ομάδα του Φασούλα, του Πρέλεβιτς, του Σταυρόπουλου, του Μπάρλοου, του Ιωάννου, του Μπουντούρη, του Παπαχρόνη, του Μακαρά, του Μαματζιόλα και του Βαλαβανίδη. Με προπονητή τον Ντράγκαν Σάκοτα και βοηθό τον Βλάση Βλαικίδη και έφορο τον Νίκο Μιχόπουλο. Μα, πάνω απ΄ όλα με πρόεδρο του ΠΑΟΚ, τον Νίκο Βεζυρτζή (φωτό).

Τον παράγοντα που δεν σταμάτησε να επενδύει χρήματα στην ομάδα του ΠΑΟΚ, βλέποντας στο ελληνικό πρωτάθλημα, κάθε χρόνο την «πλάτη» του Αρη, έχοντας «γευτεί» αμέτρητα περισσότερες πίκρες, παρά χαρές, μέχρι το βράδυ της 26ης Μαρτίου 1991. Και ήταν ακόμα μεγαλύτερη η δικαίωση του Βεζυρτζή που φορούσε πάντα τις ωραιότερες γραβάτες, όταν ο Φασούλας του έδωσε το τρόπαιο (είχε και καπάκι που νομίζω ότι έσπασε μέσα στους πανηγυρισμούς), γιατί πολύ απλά, ο ΠΑΟΚ είχε φτάσει σ’ ευρωπαϊκό τελικό για πρώτη φορά στην ιστορία του και κατέκτησε την κορυφή, ενώ ο συμπολίτης και μισητός αντίπαλος του, Άρης, είχε 0/3 φάιναλ φορ.

Μεγάλη διαφορά το τότε Κύπελλο Πρωταθλητριών από το Κύπελλο Κυπελλούχων, αναμφισβήτητη αξία η συνεχής παρουσία του Γκάλη, του Γιαννάκη και του Ιωαννίδη στα φάιναλ φορ του ’88, του ’89 και του ’90, αλλά καμία συμμετοχή σε τελικό… Η διαφορά του ΠΑΟΚ από την Σαραγόσα, ήταν η μεγάλη «δίψα» των καταπιεσμένων παικτών του από την ελληνική πραγματικότητα, να δικαιωθούν έξω από τα ελληνικά σύνορα. Και έτσι έγινε στην Γενεύη.

Ο ΠΑΟΚ που είχε και δεύτερη ευκαιρία και τον Μάρτιο του ’92 για να κατακτούσε ξανά τον ίδιο τίτλο, (ήμουν νεοσύλλεκτος στην Τρίπολη και δεν είχα πάει στην Νάντ) «μέθυσε» τους 6.000 οπαδούς του που είχαν πάει στην Γενεύη. Βέβαια, αυτός ο «έκτος παίκτης» του ΠΑΟΚ, κόντεψε να διακόψει τον τελικό και η Σαραγόσα να έπαιρνε το κύπελλο στα χαρτιά, όταν από τον υπέρμετρο τσαμπουκά απείλησε μ’ εισβολή στον αγωνιστικό χώρο για την πρόωρη αποβολή του Φασούλα, του Παπαχρόνη και του Ιωάννου, λόγω φάουλ, αλλά τελικά ο κόσμος του ΠΑΟΚ δεν ήταν αυτοκαταστροφικός. Κι εκείνο το «ασπρόμαυρο ποτάμι» ξεχύθηκε στους ήσυχους δρόμους της Γενεύης, οι Ελβετοί πολίτες τους κοιτούσαν έντρομοι, αμήχανοι, αλλά και με χαμόγελα για τον ελληνικό τρόπο των πανηγυρισμών. Επιστρέφοντας στην Θεσσαλονίκη, ο Άρης κατέκτησε για τελευταία φορά το ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά οι απανταχού φίλοι του ΠΑΟΚ, στεναχωρήθηκαν  λιγότερο από κάθε προηγούμενη χρονιά.

Η χαρά της Γενεύης είχε «σβήσει» κάθε άλλη πίκρα.