Η διπλή νίκη του Σφαιρόπουλου

sfairogiannis

Ο Ολυμπιακός δεν κατάφερε να σηκώσει την κούπα της Ευρωλίγκας, όμως ο Γιάννης Σφαιρόπουλος επέστρεψε από τη Μαδρίτη έχοντας πετύχει δύο σημαντικές νίκες. Μία προσωπική και μία για τον κλάδο του.

Με τη συγκλονιστική ανατροπή που έκανε στα τελευταία λεπτά του ημιτελικού με την ΤΣΣΚΑ ο Ολυμπιακός έβαλε θετικό πρόσημο στην παρουσία του στο φετινό φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας, παρά το ότι στον τελικό έχασε το τρόπαιο από την ανώτερη, αλλά και γηπεδούχο, Ρεάλ. Ο Βασίλης Σπανούλης δε, συγκέντρωσε δικαίως πάνω του τον θαυμασμό όλου του κόσμου με τη σπάνια επίδειξη της κλάσης, της ηγετικής φυσιογνωμίας, της ποιότητας και της αυτοκυριαρχίας του στον ημιτελικό.

Όμως ο μεγάλος κερδισμένος από αυτό το ταξίδι στη Μαδρίτη δεν ήταν ούτε ο Ολυμπιακός, που έχοντας ήδη στην τροπαιοθήκη του τρεις κούπες Ευρωλίγκας δεν μπορεί να πανηγυρίζει για τη δεύτερη θέση, ούτε ο Σπανούλης, που είναι ο Σπανούλης, ένας από τους καλύτερους παίκτες του κόσμου, και αν δεν κάνει αυτός τέτοια… ανδραγαθήματα, δεν μπορεί να τα κάνει κανείς. Ο μεγάλος κερδισμένος ήταν ο Γιάννης Σφαιρόπουλος, ο προπονητής, που σε αυτό το φάιναλ φορ πέτυχε δύο σημαντικές νίκες.

Η μία ήταν δική του, προσωπική. Πήγε στον Ολυμπιακό ενώ η σεζόν είχε ήδη αρχίσει και δεν είχε απολύτως καμία συμμετοχή στη διαμόρφωση του ρόστερ. Μόνο ο Τσαϊρέλης αποκτήθηκε με δική του εισήγηση, αλλά κι αυτός δεν έπαιξε ποτέ, επομένως η ομάδα δεν ήταν δική του, υπό αυτή την έννοια, αλλά και υπό την έννοια ότι δεν έκανε αυτός την προετοιμασία της το καλοκαίρι.

Παρ’ όλα αυτά και παρά το ότι ήταν υποχρεωμένος να δουλέψει υπό την πίεση των συνεχόμενων αγώνων, δεν αρκέστηκε απλώς στο να βελτιώσει την ψυχολογία, αλλά κατάφερε σταδιακά να εμφυσήσει στους παίκτες τη φιλοσοφία του, να περάσει στην ομάδα τις βασικές αρχές του και να βάλει τη σφραγίδα του. Ο Ολυμπιακός των πλέι οφ και του φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας ήταν διαφορετικός από τον Ολυμπιακό της αρχής της σεζόν, ειδικά στο κομμάτι της άμυνας, που αναδείχθηκε και στο μεγάλο όπλο του. Ήταν ο Ολυμπιακός του Σφαιρόπουλου και μια τέτοια μεταμόρφωση δεν είναι καθόλου εύκολο να συμβεί ενώ η σεζόν έχει αρχίσει. Οπότε πιστώνεται σε αυτόν απολύτως…

Και αντανακλά στο σύνολο των Ελλήνων προπονητών, καθώς έρχεται σε συνέχεια του πειράματος, που έκαναν (εν πολλοίς αναγκαστικά, για λογούς που υπαγόρευσαν οι περικοπές στα μπάτζετ, αλλά, τέλος πάντων, το έκαναν…) πριν από μια τριετία οι δύο κορυφαίες ελληνικές ομάδες, ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός, δίνοντας την ευκαιρία σε δύο Έλληνες προπονητές να τις οδηγήσουν στο κορυφαίο επίπεδο. Μπαρτζώκας και Πεδουλάκης πέτυχαν στο έργο τους, έδειξαν πως όχι μόνο δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τους ακριβοπληρωμένους ξένους συναδέλφους τους, αλλά σε πολλές περιπτώσεις τα καταφέρνουν ακόμα καλύτερα και τώρα ο Σφαιρόπουλος έρχεται να αποδείξει πως αυτό κάθε άλλο παρά συμπτωματικό ήταν.

Έρχεται να αποδείξει ότι ο Έλληνας προπονητής είναι άριστα καταρτισμένος, έχει πλούσιες παραστάσεις, είναι εργατικός, άρα διαθέτει όλα όσα απαιτούνται για να πετύχει. Και όποτε παίρνει την ευκαιρία, πετυχαίνει. Μια διαπίστωση που είναι πολύ σημαντική αν σκεφτεί κανείς ότι πίσω από τον Μπαρτζώκα, τον Πεδουλάκη και τον Σφαιρόπουλο, πίσω από τον Γιαννάκη, τον Κατσικάρη και τον Ζούρο, που είναι ήδη καταξιωμένοι, έρχονται προπονητές όπως ο Πρίφτης, ο Σκουρτόπουλος κι ο Βετούλας, οι οποίοι με συνεχόμενες καλές παρουσίες στην Α1 αναζητούν τη δική τους ευκαιρία για το βήμα προς την ελίτ. Ή κάποιοι άλλοι όπως ο Μέξας, ο Χάρης Μαρκόπουλος κι ο Κετσελίδης (έχει πάρει δύο πρωταθλήματα ως πρώτος προπονητής εκτός Ελλάδας…), που έδειξαν φέτος ότι έχουν προοπτικές για να ανελιχθούν.

Κι υπάρχουν κι άλλοι. Η φάμπρικα του ελληνικού μπάσκετ δεν παράγει μόνο παίκτες. Παράγει και προπονητές, ικανούς και καταρτισμένους. Και με επιτυχίες σαν κι αυτή του Γιάννη Σφαιρόπουλου δείχνουν πως αξίζουν να τους εμπιστεύονται οι ομάδες υψηλού επιπέδου όχι μόνο επειδή είναι πιο οικονομικοί…