Δεν ήταν ο Διαμαντίδης, αλλά ο Δημήτρης από την Καστοριά

σιριγγ διαμα

Ο Στέφανος Σύριγγας γράφει για το «αντίο» του Δημήτρη Διαμαντίδη, στέκεται στην κληρονομιά που αφήνει και σκιαγραφεί τους πέντε βασικούς πυλώνες που αποτέλεσαν τη στάση ζωής του στον χώρο του μπάσκετ...

Ο χρόνος... Ατιμος! Αδυσώπητος! Ερχεται κάποια στιγμή να σου θυμίσει ότι κάτι τέλειωσε... Κάτι σαν τα όμορφα όνειρα που κάνουμε την νύχτα, μα όταν οι ώρες κυλήσουν και έρθει το πρωί, πρέπει να χαθούν και να δώσουν την θέση τους στην σκληρή πραγματικότητα.

Κάτι σαν τις όμορφες στιγμές που ζεις, μα κάποια στιγμή έρχεται μοιραία ο χρόνος να τις ξεθωριάσει και να τις κάνει να τελειώσουν, να σβήσουν να χαθούν. Μα όπως λένε τίποτα δεν χάνεται. Πάντα κάτι μένει. Κι όσο σκληρή να είναι η πραγματικότητα της αποχώρησης του Δημήτρη Διαμαντίδη από τα παρκέ, η κληρονομιά που άφησε πίσω του δεν θα χαθεί. Η γραφή του στο μεγάλο βιβλίο του μπάσκετ και του αθλητισμού δεν θα ξεθωριάσει.

Και όσο κι αν όλοι μας στεναχωρόμαστε που πήρε την απόφαση να σταματήσει στο τέλος της περασμένης σεζόν, και όσο κι αν νοερά κάπου ενώσαμε τις φωνές μας με τον κόσμο του Παναθηναϊκού στο τουρνουά: “Diamonds Are Forever” και σιγοψυθιρίσαμε μαζί με όλους το σύνθημα που δονούσε το ΟΑΚΑ: Μην σταματήσεις, αρχηγέ” κι όσο κι αν ξέρουμε πια ότι τίποτα δεν είναι το ίδιο, όλοι πρέπει να χαμογελάμε, γιατί η παρακαταθήκη που αφήνει πίσω του είναι τεράστια.

Μας έμαθε πολλά ο Δημήτρης Διαμαντίδης. Σε όλους μας. Και δεν μιλάμε για τα μεγάλα επιτεύγματά του, για τις κούπες που σήκωσε με τον Παναθηναϊκό και την Εθνική Ελλάδας.

Αυτά είναι μονο για τους ιστορικούς του μέλλοντος. Μιλάμε για την στάση όλης της ζωής του. Μιας ζωής που την πρέπει να γίνει παράδειγμα προς μίμηση για όλους μας. Μια ζωή που είχε πέντε βασικούς πυλώνες, πάνω στους οποίους στήθηκε το “φαινόμενο Διαμαντίδης”.

Ο πρώτος ήταν η σκληρή δουλειά. Ο Θεός δεν τον προίκισε με το ταλέντο του Μάικλ Τζόρνταν. Δούλεψε, όμως. Δούλεψε σκληρά και με ατέλειωτο κόπο και τόνους ιδρώτα έφτασε στην κορυφή.

Ο δεύτερος πυλώνας ήταν η σεμνότητα. Ο Διαμαντίδης ήταν πάντα ως το “αντίο” του ο Δημήτρης που έπαιζε μπάσκετ στα ανοιχτά γήπεδα της Καστοριάς. Του μιλούσες και κοιτούσε κάτω.

Ο τρίτος ήταν η ταπεινότητα. Ποτέ δεν έλεγε μεγάλα λόγια για εκείνον. Ο τέταρτος ήταν το ασίγαστο πάθος του για το μπάσκετ.

Ο πέμπτος ήταν η αίσθηση του καθήκοντος. Την σεζόν 2012-13 είχε παίξει με ένα πόδι σχεδόν την μισή σεζόν. Θα μπορούσε να είχε αρχίσει τα παράπονα, την γκρίνια και να την είχε βγάλει συντηρητικά όλη την σεζόν. Που να καταλάβει, όμως. Σεληνιασμένος έδειχνε όποτε έμπαινε στο παρκέ για να κάνει το καθήκον του απέναντι στην ομάδα.

Ε, αυτός ήταν ο Δημήτρης Διαμαντίδης και σε έναν τέτοιο άνθρωπο οφείλουμε όλοι ένα μεγάλο “ευχαριστώ” για όλα όσα μας έδωσε, μα οφείλουμε και ένα τεράστιο “ευχαριστώ” για όλα όσα μας δίδαξε!

Ευχαριστούμε Δημήτρη! Για όλα!