Να μην «καεί» ο Φράγκι

Για το αν θα αποδειχθεί σωστή ή λάθος η απόφαση του Παναθηναϊκού να διακόψει μήνα Μάρτιο τη συνεργασία με τον Αργύρη Πεδουλάκη κι ενώ η ομάδα βρίσκεται  μέσα στους στόχους της,  θα το ξέρουμε στο τέλος της χρονιάς.

Αυτό όμως που προβληματίζει τώρα και ανησυχεί κάθε πραγματικό φίλο του μπάσκετ, είναι η απόφαση των "πρασίνων" να συνεχίσει η ομάδα με προπονητή τον Φραγκίσκο Αλβέρτη. Χρίστηκε εν μια νυκτί με το ρόλο αυτό, τη στιγμή που η «σημαία» του Παναθηναϊκού ποτέ δεν ασχολήθηκε με την προπονητική και ποτέ δεν ήταν αυτή μέσα στις φιλοδοξίες του από τη στιγμή που αποσύρθηκε ως παίκτης από την ενεργό δράση. Προφανώς και ο ίδιος θα ένιωσε έκπληξη από την ταχύτητα της απόφασης και πιάστηκε εξ απίνης, μη μπορώντας να προβάλει τις επιφυλάξεις του.
Ο Αλβέρτης χωρίς δίπλωμα προπονητή μπαίνει μπροστά σε μία κρίσιμη περίοδο, προφανώς για επικοινωνιακούς λόγους, αλλά αυτό εγκυμονεί κινδύνους κυρίως για την υστεροφημία και το κύρος του Φράγκι. Θα είναι αυτός που θα χρεωθεί οποιαδήποτε αποτυχία, έστω κι αν οι βοηθοί του θα είναι επαγγελματίες προπονητές.
Η θέση του Αλβέρτη είναι εκεί που ήταν και εξασφάλιζε με την προσωπικότητά του από το πόστο του μάνατζερ τις ομαλές συνθήκες στη λειτουργία της ομάδας.
Ποιος ο λόγος να εκτεθεί σε διαφορετικές συνθήκες, άγνωστες προς αυτόν. 
Όποιος πραγματικά τον αγαπάει και σέβεται την ιστορία που έχει γράψει στον Παναθηναϊκό και γενικότερα στο ελληνικό μπάσκετ, πρέπει να τον προστατέψει. Θα είναι ό,τι χειρότερο να του προσάψουν αύριο αποτυχία ως προπονητή και να απομακρυνθεί στη συνέχεια από την ομάδα.
Ο Αλβέρτης είναι σημαία για τον Παναθηναϊκό και πρέπει να παραμείνει αλώβητος. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μετατραπεί σε θύμα οποιουδήποτε επικοινωνιακού παιχνιδιού.
ΥΓ. Δεν χρειάζονται περαιτέρω αναλύσεις για την αποπομπή του Αργύρη Πεδουλάκη. Τις απόψεις μου τις έχω καταθέσει. Μόνο αποτυχημένος δεν μπορεί να θεωρηθεί στον Παναθηναϊκό. Παρέλαβε μία διαλυμένη ομάδα από τη φυγή του Ομπράντοβιτς και από δευτεραθλήτή τον έστεψε νταμπλούχο. Σε ενάμισι χρόνο κέρδισε τρεις τίτλους και δούλεψε σκληρά και με αξιοπρέπεια. Η μόνη διαφορά των Ελλήνων προπονητών με τους «-ιτς» είναι ότι οι πρώτοι υποχωρούν και αποδέχονται εισηγήσεις των προέδρων σε μεταγραφικά θέματα για λόγους επικοινωνιακούς, ενώ οι τελευταίοι δεν θα έδιναν τη συγκατάθεσή τους για την απόκτηση παικτών που δεν είναι στα πλάνα τους.