Σούμποτιτς: «Περισσότερη έμφαση στα βασικά»

subotic2

Το 8ο διεθνές σεμινάριο προπονητών που διοργανώνει το Αμερικάνικο Σχολείο (ΑCS) αρχίζει αύριο (Σάββατο 22/4) στις αθλητικές του εγκαταστάσεις και προσκεκλημένοι για να διδάξουν είναι:

Ο Λευτέρης Σούμποτιτς, παίκτης της μεγάλης ομάδας του Άρη και προπονητής με πολλές διακρίσεις, ο Henry Barrera, ειδικός στην εκγύμναση και ενδυνάμωση στο Liberty University, η head coach June Daugherty από το 2007 στο Washington State University και ο Collin Castellaw, ειδικός στη μηχανική του σουτ.

Με την ευκαιρία της συμμετοχής στο σεμινάριο, ο Λευτέρης Σούμποτιτς και ο Henry Barrera, κατέθεσαν τις απόψεις τους για τις αλλαγές που έχουν σημειωθεί στο τρόπο παιχνιδιού, αλλά και στην προσέγγιση των νεαρών παικτών με το μπάσκετ.

«Οι διαφορές είναι σημαντικές, σε σχέση με τη δική μου εποχή -  τονίζει ο Λευτέρης Σούμποτιτς. Τώρα το παιχνίδι είναι πιο δυναμικό και βασίζεται περισσότερο στην άμυνα στο ένας εναντίον ενός. Σπάνια βλέπουμε για παράδειγμα άμυνες ζώνης. Στην επίθεση, δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στο “spacing” μέσω του σκριν στη μπάλα, ενώ μία ακόμη σημαντική διαφορά είναι η ατομική προπόνηση. Παλαιότερα είχαμε τη δυνατότητα να αφοσιωθούμε περισσότερο στην ατομική προπόνηση μέσα στη χρονιά καθώς παίζαμε ένα παιχνίδι την εβδομάδα. Σήμερα, αυτό μπορεί να γίνει μόνο το καλοκαίρι, καθώς κάποιες ομάδες παίζουν έως και τρία παιχνίδια την εβδομάδα».

Επισημαίνει επίσης τα λάθη που κάνουν οι νεαροί ταλαντούχοι παίκτες πριν περάσουν στο επαγγελματικό επίπεδο.

«Το πρώτο λάθος που κάνουν κατά τη γνώμη μου, είναι ότι ξεκινούν να δουλεύουν και να αφοσιώνονται στη δύναμη και τις αθλητικές τους δεξιότητες και όχι στα βασικά του μπάσκετ και την τεχνική. Είναι λογικό κάποιος να δουλεύει πάνω σε αυτά, με δεδομένο την αλλαγή του ρυθμού του παιχνιδιού, αλλά είναι δύσκολο να είναι επιτυχημένος σε υψηλό επίπεδο χωρίς να μπορεί να σουτάρει με το αριστερό χέρι, όντας μόνο γρήγορος και δυνατός.

Επίσης, στην εποχή μας οι γονείς εμπλέκονται στην εξέλιξη και στις αποφάσεις για το μέλλον των παιδιών τους σε πολύ μεγάλο βαθμό. Φέρνουν τα παιδιά τους σε επαφή με μάνατζερ από την ηλικία των 12 ετών. Οι μάνατζερ βλέπουν τα παιδιά σαν μια ευκαιρία για να κερδίσουν χρήματα και δεν τα αντιμετωπίζουν σαν ανθρώπους».

Τέλος, αναφέρει τις δυσκολίες που συνάντησε όταν έφτασε η στιγμή να αποσυρθεί από την ενεργό δράση και να ασχοληθεί με την προπονητική.

«Η μεγαλύτερη μου πρόκληση στην αρχή ήταν να «σκοτώσω» τη νοοτροπία του παίκτη μέσα μου. Ήξερα ότι έπρεπε να ενεργήσω με διαφορετικό και πιο επαγγελματικό τρόπο προς τους συναδέλφους και τους παίκτες μου. Ωστόσο, επειδή μετά από τρεις μήνες από το τελευταίο μου παιχνίδι ως παίκτης, ξεκίνησα την καριέρα μου ως βοηθός προπονητή, μπορώ να πω ότι η συνέχεια ήταν πιο εύκολη από ότι την περίμενα. Στην πραγματικότητα όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα και είχα τους κατάλληλους ανθρώπους γύρω μου έτσι ώστε να προσαρμοστώ άμεσα και να καταλάβω τι αναμενόταν από μένα».

Ο Henry Barrera, που έχει εμπειρία από τον ευρωπαϊκό μπάσκετ, αφού έπαιξε επαγγελματικά στη Σουηδία, αναφέρεται στις σωματικές διαφορές μεταξύ Ευρωπαίων και Αμερικανών αθλητών.

 «Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ είναι η διαφορετική αντίληψη της αθλητικότητας. Συγκεκριμένα, οι Αμερικανοί είναι σε γενικές γραμμές πιο αθλητικοί, ενώ οι Ευρωπαίοι έχουν μεγαλύτερη αρμονία με το σώμα τους και είναι σε θέση να μεγιστοποιήσουν την κινητικότητας τους. Σε γενικές γραμμές, οι Ευρωπαίοι χαρακτηρίζονται από οικονομία κίνησης.».
 Όσον αφορά τα τρία βασικά αθλητικά χαρακτηριστικά που έχουν οι έφηβοι παίκτες, ξεχώρισε: Την κινητική δεξιότητα, τη δύναμη και την ισχύ. 

Παραδέχεται, τέλος, πόσο σημαντικό και πόσο επηρέασε την μετέπειτα επαγγελματική του καριέρα ως προπονητής – γυμναστής, το γεγονός ότι έπαιξε μπάσκετ. 

«Έπαιξε σπουδαίο ρόλο, γιατί με βοήθησε στο να ψάξω τρόπους να καλύψω το μειονέκτημα  του ύψους μου και να μπορώ να συμμετέχω σε υψηλό επίπεδο. Με βοήθησε να βρω όλα τα πλεονεκτήματα και τις ευκαιρίες».